Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΕ ΔΙΣΚΟΠΩΛΕΙΟ

    (σαν να μην πέρασε μια μέρα...)


  Χθες κατέβηκα μια βόλτα σε γνωστό παλιό δισκάδικο της Αθήνας, με μεταχειρισμένους κυρίως δίσκους. Όχι για να αγοράσω κάτι (αν και τελικά δεν απέφυγα τον πειρασμό) αλλά για να πάρω λίγη από την χαρακτηριστική «ατμόσφαιρα» που έχουν τέτοιοι χώροι. Τα παλιά δισκάδικα μυρίζουν ανάλογα με τα κελάρια όπου φυλάσσεται παλιό κρασί. Μόνο η μυρωδιά είναι διαφορετική: κρασί και ξύλο στη μία περίπτωση, γυαλιστερό χαρτόνι και βινύλλιο ποτισμένα με νικοτίνη στην άλλη.


  Τυχαίνει εξάλλου, πράγμα περίπου αναπόφευκτο μετά από τόσες δεκαετίες που συχνάζω εκεί, να γνωρίζω και το πρόσωπο που έχει την επιχείρηση (θα πω μόνο ότι απολαμβάνει της γενικής εκτίμησης για τις εις βάθος περί ροκ– και όχι μόνο- γνώσεις του αλλά και για την ακέραιη στάση του στην πιάτσα τόσα χρόνια). Την ώρα που πήγα, έτυχε να βρίσκεται εκεί άλλος ένας σχεδόν συνομήλικός του πελάτης, εξαιρετικά καλοβαλμένος, που δεν τον είχα ξαναδεί. Δύο γενιές ροκάδων λοιπόν στον ίδιο «ναό»: οι δυό τους προερχόμενοι από την ψυχεδέλεια, εγώ από το punk / new wave / post punk κ.ε.
  Οι δυό τους έδειχναν να γνωρίζονται αρκετά καλά και συζητούσαν για κάποιο άσχετο με μουσική θέμα. Ξαφνικά μπήκε ένας τρίτος πελάτης, συνομήλικός μου και γνωστός μου εξ' όψεως (αλλά, όπως φάνηκε, μάλλον περισσότερο γνωστός στους άλλους δύο), ο οποίος διέκοψε τη συζήτηση.

  -«Καλημέρα σας. Τα μάθατε; Ξαναχτύπησε ο T.», είπε γελώντας (στο άκουσμα του επωνύμου αναγνώρισα αμέσως γραφική περίπτωση σταλινικού «ροκά» μουσικοκριτικού).
  -«Τι έγινε, τι εννοείς;» ρώτησαν οι άλλοι δύο.
  -«Καλά ρε, δεν πήρατε είδηση ότι έβγαλε βιβλίο για το ελληνικό ροκ;»
 -«Ποιο λες; Eκείνο το εξαντλημένο για το Κύτταρο; Εκείνο το έχει βγάλει δεκαετίες τώρα».
  -«Όχι αυτό ρε σεις. Άλλο, καινούριο. Κάτι με τίτλο Ελληνικό Ροκ και χούντα – Μια αντιανάγνωση ή κάποια τέτοια εξυπνάδα, τέλος πάντων».
  -«Και τι γράφει μέσα;» ρώτησαν οι άλλοι δύο.
  -«Καλά, εμένα περιμένατε να σας πω; Δεν μπορείτε να φανταστείτε;»
  -«Από πού να φανταστούμε τι, ρε άνθρωπε;»
  -«Ρε σεις, δεν έχετε πάρει είδηση τι γράφει τόσα χρόνια στην ιστοσελίδα του για το ροκ στην Ελλάδα; Δουλευόμαστε τώρα;»
  -«Προσωπικά τον διάβαζα παλιά στο Jazz & Τζαζ. Δεν ήξερα ότι είχε και ιστοσελίδα κι ότι γράφει και για ροκ» είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια το πρόσωπο που έχει την επιχείρηση, και το ίδιο επιβεβαίωσε κι ο άλλος. Ο νεοφερμένος τους κοίταζε νομίζοντας ότι τον δουλεύουν. Για να πω την αλήθεια, το ίδιο θα ένιωθα κι εγώ. Θεωρούσα, για κάποιον ανεξακρίβωτο λόγο, ότι ο εν λόγω είναι περισσότερο γνωστός, και δεν περίμενα να τον αγνοούν επιφανή μέλη (με οποιαδήποτε ιδιότητα) του πάλαι ποτέ ελληνικού «ροκ χώρου». Ίσως αυτό να λέει κάτι...
  -«Θα μας πεις τώρα περί τίνος πρόκειται; Έχεις φέρει καν’α αντίτυπο να το δούμε;» ρώτησε ο πελάτης που είχα βρει εκεί. Ομοίως συγκατάνευσε και ο ιδιοκτήτης του δισκοπωλείου.
  -«Σοβαρά μιλάτε ρε; Σιγά μην αγοράσω βιβλίο κνίτη που θέλει να μιλάει για το ροκ, ελληνικό ή άλλο. Έτσι κι αλλιώς δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι θα γράφει εκεί μέσα: ό,τι γράφει και στη βοθροσελίδα του τόσα χρόνια. Δηλαδή ό,τι έγραφαν πάντα οι σταλίνες για αυτό το θέμα. Εγώ απλώς το ξεφύλλισα κάμποση ώρα και απλώς επιβεβαίωσα ότι αναμασάει τις μπούρδες από τη σελίδα του».

  Το ενδιαφέρον είχε ανέβει απότομα. Σταμάτησα να χαζεύω δίσκους και πλησίασα στην ομήγυρη, αναμένοντας κι εγώ αναλυτικότερη ενημέρωση για το «σύγγραμμα», απ΄ τον νεοφερμένο. Ο λόγος του δικού μου ενδιαφέροντος έχει να κάνει με την ελληνική ροκ της περιόδου (χοντρικά) 1956-1990, σε πρώτη φάση ως του κατεξοχήν νεολαιΐστικου οχήματος αμφισβήτησης του ελληνοχριστιανισμού (τόσο στη δεξιόστροφη όσο και στην αριστερόστροφη εκδοχή του) και σε δεύτερη, ως της προσπάθειας μιας κρίσιμης μειοψηφίας χαρισματικών νέων να βρουν τον προσωπικό τους υπαρξιακό δρόμο και να ζήσουν τη δική τους ζωή, αντί τής φασόν εκείνης, που επιδιωκόταν από την κοινωνία να τους φορεθεί καπέλο. Γι’ αυτό με ενδιέφερε ανέκαθεν ο,τιδήποτε έχει λεχθεί από αριστερούς και δεξιούς εθνικόφρονες, τόσο για τη ροκ ως μουσική, όσο και για το ροκ ως κοινωνικό φαινόμενο. Λόγω της καλοκαιρινής ζέστης το μαγαζί δεν είχε καθόλου κίνηση, κάτι που ευνοούσε την απερίσπαστη συνέχιση της κουβέντας.
  -«Έχει πάρει απλώς κάποια κείμενα από τη σελίδα του, τα έχει ρετουσάρει λίγο και τα έχει βγάλει σε βιβλίο. Αυτό είναι όλο. Παραπάνω από το μισό βιβλίο είναι σ΄ αυτό το στυλ. Τα υπόλοιπα είναι παραφουσκώματα του τύπου οι άχρηστες πληροφορίες του μήνα» είπε ο συνομήλικός μου.



  Πώς μια απλή "πιασάρικη" ψευτοαναγγελία των αναξιόπιστων Μοντέρνων Ρυθμών μετατρέπεται σε τετελεσμένο γεγονός από τη σταλινική μαύρη προπαγάνδα. Ο σταλινικός μουσικοδημοσιογράφος δεν μας λέει όμως τί (δεν) αναφέρουν ... τα επόμενα τεύχη των Μοντέρνων Ρυθμών για το "γεγονός". Έπαιξαν τελικά οι Spectrum ενώπιον του Κοκού; Καλύφθηκε από την "τι-βι" το "γεγονός"; Είχαν "τεράστια προβολή"; Βέβαια ακόμα κι αν το εν λόγω άσημο και ασήμαντο (σήμερα γνωστό μόνο σε συλλέκτες) ποπ γκρουπάκι είχε παίξει στο Τατόι ή αλλού (γιατί η «συναυλία» δεν έγινε ποτέ), μόνο ένας γραφικός σταλινικός θα μπορούσε να έχει βγάλει "συμπεράσματα" τού τύπου "η ψυχεδέλεια στην υπηρεσία της ελληνικής μαύρης αντίδρασης"...


  Η συνέχεια των ενδεικτικών αναφορών του στα περιεχόμενα του βιβλίου υπήρξε αρκετά… γλαφυρή.
  Πληροφορηθήκαμε π.χ. ότι «σιγά μωρέ τα επεισόδια που έγιναν στη συναυλία των Rolling Stones στο γήπεδο του Παναθηναϊκού λίγες μέρες πριν το πραξικόπημα. Είχαν γίνει πολύ χειρότερα επεισόδια στην περιοδεία των Stones σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις».
  Ή ότι «είναι μύθος ότι η συναυλία των Rolling Stones ήταν η μοναδική ροκ συναυλία που έγινε στην Ελλάδα μέχρι το 1980, που ήρθαν οι Police. Αλλά επί χούντας είχαν εμφανιστεί δεκάδες ξένα ονόματα στην Ελλάδα». Ή ότι το καθωσπρεπίστικο φιλοχουντικό περιοδικό Μοντέρνοι Ρυθμοί «ήταν ο κύριος εκφραστής του μουσικού underground και άρα του ροκ φαινομένου στην Ελλάδα».
   Ή ότι «η χούντα γούσταρε το ροκ και το προωθούσε με κάθε τρόπο», και ότι οι MGC του Δημήτρη Πουλικάκου ήταν περίπου «τα αγαπημένα παιδιά των συνταγματαρχών».

  -«Τι μαλακίες είναι αυτές;» είπε καγχάζοντας το πρόσωπο που διατηρεί το δισκάδικο. «Ήμουν μέσα στην συναυλία των Stones, με είχε πάει εκεί η μεγάλη μου αδερφή, και θυμάμαι σαν χθες ότι υπήρχε κυριολεκτικά ένας μπάτσος για κάθε τρεις από μας. Ήταν προσχεδιασμένο, με την παραμικρή αφορμή να μην αφήσουν τη συναυλία να τελειώσει. Κι ας τη διοργάνωνε ο Μαστοράκης, δηλαδή ένας δικός τους. Όσο για τα μεγαλύτερα επεισόδια που λέει ότι έγιναν σε άλλες χώρες, πάλι μαλακίες λέει. Δεν είναι η ίδια περίπτωση. Αλλού τα επεισόδια ξεκίνησαν από τα τρελαμένα ακροατήρια που ήθελαν να δουν –χα!- τους θεούς τους, και μόνο εδώ τα ξεκίνησε η αστυνομία».
  Σχεδόν αμέσως πήρε τον λόγο ο φίλος (;) του. Η γλώσσα του ισορροπούσε ανάμεσα στην καθομιλουμένη και σε έναν πιο διανοουμενίστικο τρόπο έκφρασης.
  -«Όσο για τις υποτιθέμενες συναυλίες ξένων ροκ συγκροτημάτων επί χούντας είναι φανερό, τουλάχιστον σε μένα, ότι όποιος ισχυρίζεται τέτοια πράγματα προσπαθεί να σπείρει σύγχυση. Αφού, νομίζοντας προφανώς ότι απευθύνεται σε άσχετους, μπερδεύει επίτηδες το ροκ με τα κάμποσα ξένα ποπ ονόματα, συχνότατα του γαλλικού ή ιταλικού τραγουδιού, που οι τότε ροκάδες απεχθανόμαστε, αλλά που όντως έκαναν μια εμφανισούλα στην Ελλάδα επί χούντας. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι δεν έγινε καμμία συναυλία οποιουδήποτε ξένου ροκ ονόματος, μέχρι τις αρχές τις δεκαετίας του ’80 που ήρθαν οι Police και ο Rory Gallagher. Κι όσο για τις κακοήθειες περί Πουλικάκου και MGC, είναι γνωστό ότι η χούντα τους διέλυσε ως συγκρότημα με τη γνωστή κατηγορία περί κατοχής λίγου χασίς. Το θέμα είναι, για ποιόν λόγο να γράφονται σήμερα τέτοια πράγματα;».
  -«Τι για ποιο λόγο, και σήμερα ρε μαλάκα!» (τελικά ήταν φίλοι…) αναφώνησε γελώντας ο ιδιοκτήτης του δισκοπωλείου. «Τα ίδια δεν έλεγαν πάντα; Πρώτη φορά τα ακούς αυτά καημένε; Από το ΄56-΄57 και τις μαλακίες της Αυγής και της ΕΔΑ για τους τεντιμπόιδες και το ροκ εντ ρολ, κι ότι το ροκ ήταν όργανο των ιμπεριαλιστών για να αποπροσανατολίσουν τη νεολαία. Ξέχασες τι βρισίδια και κυνήγι από εκκλησία, σχολείο, "αγωνιστές" και μπάτσους τραβάγαμε κι εμείς επί χούντας, και πιο μετά; Έτσι εύκολα κόβεται το χούι;».
   Ένιωσα ότι ήταν η δική μου σειρά να μπω στην κουβέντα.

  -«Και στη δεκαετία του ΄80 τα ίδια έλεγαν. Μπορεί να ξεχάσει κανείς τις … βαθυστόχαστες αναλύσεις του Ριζοσπάστη ή του Οδηγητή και τις αντι-ροκ κορώνες διαφόρων αστέρων της αριστεράς, που συχνά τις αναδημοσίευε κι ο ΗΧΟΣ για να τους εκθέσει; Που τις διαβάζει κάποιος σήμερα και επιβεβαιώνει ότι οι τότε νέοι ήμαστε στον σωστό δρόμο;»
   Τον λόγο πήρε πάλι ο φίλος του ιδιοκτήτη.
  -«Πράγματι, τα ίδια δεν έλεγαν και για τους καταληψίες του Πολυτεχνείου; Ότι ήταν πράκτορες της ΚΥΠ και των αμερικάνων; Και για τη τζαζ και το ρεμπέτικο παλιότερα, που τα είχαν αφορίσει ως αντιδραστικά; Εξακολουθώ να αναρωτιέμαι όμως, γιατί αυτή η επιμονή τους. Τα ζητήματα αυτά έχουν αναλυθεί επαρκώς από τους κοινωνικούς επιστήμονες. Τι παραπάνω νομίζουν ότι θα πουν όλοι αυτοί, συνεχίζοντας να μηρυκάζουν τα ίδια και τα ίδια, τόσα χρόνια μετά; Μάλιστα έχω την εντύπωση ότι τέτοια πράγματα μόνο στην Ελλάδα μπορούν να γράφονται. Γιατί ο Έλληνας δεν μπορεί τελικά να ξεκολλήσει απ' το χωριό του, είτε το πραγματικό είτε άλλο, και να ανοίξει λίγο το μυαλό του, διαβάζοντας π.χ. κάτι πιο σοβαρό και τεκμηριωμένο. Νιώθει ανασφάλεια. Ένα χωριουδάκι είναι τελικά η Ελλάδα. Είναι απορίας άξιο το πώς βρεθήκαμε στον δυτικό κόσμο. Μάλλον με κάποια ποσόστωση...» 
   Εκμεταλλευόμενος τη στιγμιαία σιωπή μετά τα γέλια που ακολούθησαν, πήρα πάλι τον λόγο.


  Επιβεβαίωσα ότι η επιστημονική ιστοριογραφία έχει όντως αποφανθεί γι’ αυτά τα ζητήματα. Π.χ. ιστορικοί και κοινωνικοί επιστήμονες όπως ο Κατσάπης της Παντείου ή ο Καλλιβρετάκης πρωτύτερα, έχουν αποδείξει ότι από ένα σημείο και μετά, αυτό που φοβόταν η χούντα δεν ήταν η παντελώς αιφνιδιασμένη και κατεσταλμένη αριστερά αλλά η διάχυση στη νεολαία της Youth Subculture, όπως την αποκαλούν και τα απόρρητα χουντικά έγγραφα, που οι επιστήμονες έχουν φέρει στο φως. Ότι εκείνη η νεολαία ήταν που σε λίγα χρόνια διάβρωσε υπογείως το κλίμα κοινωνικής αποδοχής της χούντας (και όχι κάποια αριστερή ή άλλη «αντίσταση»), ώστε να οδηγηθούν αυθόρμητα τα πράγματα στο Πολυτεχνείο. Κάτι που μας κάνει να υποθέσουμε με ασφάλεια και τη δύσκολη θέση των χουντικών: η Youth Subculture ήταν γι’ αυτούς ένας εχθρός αφανής, αθόρυβος, ανεπίσημος, χωρίς κόμματα και αρχηγούς, που ερχόταν απειλητικός από παντού κι από πουθενά, και που δεν ήταν δυνατό ούτε να εντοπιστεί, ούτε να φιμωθεί ούτε να φυλακιστεί. Ένας εχθρός που δούλευε με τρόπο όπου δεν χρειαζόταν καν να κάνει «αντίσταση». Με τον ίδιο διαβρωτικό τρόπο δούλεψε η νεανική υποκουλτούρα και στις λεγόμενες δημοκρατίες, «λαϊκές» ή άλλες, από το Σαν Φρανσίσκο, το Παρίσι και το Βερολίνο μέχρι την Πράγα. Και πάντα ήταν το ίδιο αποτελεσματική. Και πάντα, εκτός από τη δεξιά, είχε και μια ζηλόφθονη και κομπλεξική γεροντοκόρη αριστερά απέναντί της.
  -«Η Νεανική Υποκουλτούρα, πράγματι!» είπε ο καλοβαλμένος φίλος του ιδιοκτήτη του δισκοπωλείου. «Γιατί έδινε την ευκαιρία στο κάθε άτομο να βρει και να ζήσει τον δικό του μύθο και να μην αγοράσει από τα “έτοιμα” οποιουδήποτε μαντριού. Είπα Άτομο; Μα αυτό ακριβώς είναι που φοβούνται και θέλουν να χειραγωγήσουν όλα τα μαντριά! Κι όταν κάποια από αυτά τολμήσουν να προφέρουν τη λέξη άτομο, το κάνουν κουτοπόνηρα, είτε για να το περιορίσουν σε Homo Economicus είτε σε μεταάνθρωπο καταναλωτή αυταπατών. Έννοιες που επίσης θα εχθρευόταν η Αντικουλτούρα». Είχαμε φτάσει στην ουσία.
  
  -«Είναι, θα έλεγα, φανερό ότι το βιβλίο “σου” επιδιώκει απλώς να υποβαθμίσει τον επιτυχημένο κοινωνικό ρόλο της υποκουλτούρας προς όφελος της αριστεράς. Να μην της κλέψουν άλλοι τις … αγωνιστικές δάφνες» είπε ο φίλος του ιδιοκτήτη στον συνομήλικό μου. «Όλη αυτή η στείρα, αποσπασματική και υποβαθμιστική προσέγγιση, εκτός του ότι είναι αντιεπιστημονική, δείχνει ότι ο κομιστής της δεν έχει συγκεκριμένη οπτική υπό την οποία προσεγγίζει το θέμα του. Δηλαδή δεν έχει απολύτως τίποτα να πει. Και -πράγμα ακόμα χειρότερο γι΄ αυτόν- ότι απολογείται. Είναι απλώς ένας απολογητής. 
   »Όσο για το περί … αντιανάγνωσης στον τίτλο με κάνει και γελάω: αντιανάγνωση της κυρίαρχης κουλτούρας ήταν από μόνο του το ροκ. Η αντιανάγνωση της αντιανάγνωσης δεν μπορεί λοιπόν να γίνεται παρά μόνο από τη σκοπιά της κυρίαρχης νοοτροπίας. Ο τύπος ούτε τις βασικές έννοιες της γλώσσας και της συλλογιστικής δεν φαίνεται ότι είναι σε θέση να χειριστεί».

  Στη συνέχεια ο νεοφερμένος ανέφερε και κάμποσα ακόμα μαργαριτάρια που θυμόταν από το ξεφύλλισμα. Σχεδόν όλα γνωστά και σε μένα. Θα μπορούσα μάλιστα να τον παραπέμψω στη σελίδα μου όπου θα έβρισκε αρκετές σχετικές αναφορές και πολλά κοινά μαζί μου. Αλλά δεν ήθελα να αναφέρω κάτι παραπάνω, γιατί λόγω κάποιου δικού μου κολλήματος δεν θέλω να γνωστοποιώ ότι διατηρώ ιστότοπο. Δεν είναι ακριβώς μυστικό αλλά δεν νιώθω άνετα και να αυτοδιαφημίζομαι. 
  
  Συζητήσαμε λίγο ακόμα σχετικά με το ποιοί (και κυρίως γιατί) μπορεί να θεωρούν σοβαρή άποψη τέτοια σκουπίδια. Καταλήξαμε με βεβαιότητα ότι (πλήν εξαιρέσεων φυσικά) δεν τα διαβάζουν νέοι. Πιθανότατα τα διαβάζουν άνθρωποι που για κάποιο λόγο η ροκ τους γοήτευε/εκστασίαζε (όλοι θυμηθήκαμε αρκετούς κνίτες ή νεοδημοκράτες ή πασόκους που άκουγαν ροκ ημικρυφίως και ενοχικά - ειδικά οι πρώτοι) αλλά δεν είχαν το κουράγιο να την πάρουν τοις μετρητοίς (ή απλώς σοβαρά και με συνέπεια) ώστε να ακολουθήσουν τα υπαρξιακά προτάγματά της και να συγκρουστούν με τον περίγυρο (την οικογένεια, το σχολείο, το κόμμα τους ή το όποιο άλλο μαντρί στο οποίο διαβιούσαν με ασφάλεια). Οι άνθρωποι αυτοί, μετά από τόση «ασφαλή» χρονική απόσταση (άρα ελλείψει άμεσου, μαζικού και καταιγιστικού αντιλόγου εν συγκρίσει με τότε - βοηθούσης και της γνωστής λογοκρισίας του σταλινοδημοσιογραφίσκου στα σχόλια στη σελίδα του), βολεύονται να υποβαθμίζουν το ροκ (και σύμπασα την αντικουλτούρα) ως κάτι κοινωνικώς ασήμαντο μπροστά σε διάφορα άλλα, που γι' αυτούς ήταν ανέκαθεν πιο σημαντικά. Και όχι μόνο: αφού το υποβαθμίσουν, μπορούν να το προσαρμόσουν προκρούστεια σε ό,τι προκάτ (ή απλώς σε όποια τρικυμία) έχουν στο κεφάλι τους. Μπορούν επιτέλους να παριστάνουν τους ροκάδες χωρίς να κινδυνεύουν να γίνουν στόχος άγριου χλευασμού. Μπορούν δηλαδή να έχουν την επιβεβαίωση που δεν θα είχαν τότε. Η εποχή μας, η εποχή του δήθεν, τους βοηθάει όσο τίποτε άλλο σε αυτή τους την παράσταση

   Όσο για τους έλληνες ροκάδες οποιασδήποτε γενιάς ή «φυλής», δεν περίμεναν φυσικά τον κάθε τυχάρπαστο σταλινικό για να... τους εξηγήσει τι ήταν αυτό που έζησαν στα νιάτα τους. Όπως άλλωστε φάνηκε και από το τυχαίο «πληθυσμιακό δείγμα» της εν λόγω συζήτησης, αυτοί έχουν λιώσει, τουλάχιστον τα κλασικά πλέον βιβλία του Νταλούκα και του Κολοβού. Ενώ κάποιοι εξ΄αυτών έχουν σίγουρα προχωρήσει στις εργασίες του Κατσάπη, του Καλλιβρετάκη ή του Σούζα. Το βέβαιο είναι ότι οι ροκάδες δεν θα αγοράσουν το βιβλίο του. Κι αυτοί που θα το αγοράσουν (αντιπροσωπευτικό δείγμα τους όσοι τον εγκωμιάζουν στη σελίδα του) δεν είναι ροκάδες. Πρόκειται για ακραία οξύμωρο: ένα βιβλίο για το ροκ που όμως δεν απευθύνεται σε ροκάδες. Κάτι σαν τα χριστιανικά βιβλία/λιβέλλους που γράφονταν κάποτε για τη ροκ (και αναπόφευκτα του ιδίου επιπέδου)...

   Μια και κάποια στιγμή στην κουβέντα αναφερθήκαμε και στον ελληνοχριστιανισμό (δηλαδή για το ότι προωθήθηκε εξίσου τόσο από την δεξιά όσο και από την αριστερά, κάτι που φυσικά το είχαμε βιώσει στο πετσί μας και οι τέσσερις) τους ανέφερα το παράδειγμα των χριστιανών (λεγομένων) πατέρων. Οι οποίοι ανομολόγητα καταγοητευμένοι από τον ελληνικό πολιτισμό (αφού βέβαια πρώτα είχαν καταστρέψει ή παραχαράξει ότι δεν τους βόλευε σ' αυτόν, κι αφού τον είχαν υποβαθμίσει ως κάτι εγγενώς στερούμενο αυτοτέλειας και αυθυπαρξίας και ως πρόδρομο του χριστιανισμού), στην αυγή του βυζαντινού Μεσαίωνα καυχόνταν ότι ήσαν οι μόνοι που μπορούσαν να μιλάνε με εγκυρότητα γι΄αυτόν (κάτι που οι επίγονοί τους συνέχισαν μέχρι σήμερα - και συνεχίζουν). Η ομοιότητα με την περίπτωση που συζητούσαμε, θεωρώ ότι βγάζει μάτι. Αυτή ήταν η δική μου συνεισφορά στη συζήτηση. 
   


   Χαιρέτησα έχοντας περάσει ένα ενδιαφέρον πρωινό που θύμιζε παλιούς καλούς καιρούς, φεύγοντας παραμάσχαλα με ένα αντίτυπο της επανέκδοσης του 1991 του Greatest Hits (1967) των Byrds. Η αρχική έκδοση με εξώφυλλο τις φωτογραφίες τους (την έχω σε cd) δεν μου άρεσε ποτέ. Αντιθέτως το εξώφυλλο της επανέκδοσης θεωρώ ότι είναι πιο κοντά στο πνεύμα και των Byrds και της ψυχεδέλειας. Και η φωτογραφία τους στο οπισθόφυλλο επίσης. Θα πήγαινα αμέσως να βάλω το Eight Miles High, που είχε και σαν τίτλο στα ’80s στη στήλη του στον ΗΧΟ ο Αιμίλιος Κατσούρης. Ένας άνθρωπος που τα (συνήθως σύντομα) κείμενά του κραύγαζαν κατάρτιση, συγκρότηση, ροκ συνειδητοποίηση και υψηλή αίσθηση χιούμορ (συνήθως «κοινοτικό» αυτοσαρκασμό για το ροκ και τους ροκάδες). Δισκοκριτικές που στέκονταν αυτόνομα χωρίς να χρειάζεται να ακούσεις τον δίσκο. Που τις απολαμβάνω ακόμα και σήμερα, σχεδόν σαράντα χρόνια μετά.
  Και σκέφτομαι πόσο λείπουν τέτοιες πένες σήμερα. Κι όχι μόνο στη μουσικοκριτική. Ευτυχώς όμως υπάρχουν (και θυμούνται) οι αναγνώστες τους. Οι δε σημερινοί γραφικοί διάδοχοί τους δεν είναι παρά σημάδια του γενικότερου ευτελισμού της εποχής της Ασημαντότητας (και των «likes»), όπου απουσιάζουν εκκωφαντικά τα εμπνευσμένα καλλιτεχνικά έργα (και εννοείται οι κοσμογονικές κοινωνικές τους καταβολές), για τα οποία άξιζε πραγματικά τον κόπο να γράψει κάποιος κάποτε. 
   Από μια άποψη πάντως, το ότι υπάρχουν ακόμα σταλινοδημοσιογραφίσκοι που έχουν εμμονικά πρόβλημα με εκείνη την εποχή (δηλ. με τους κοινωνικούς πρωταγωνιστές της) τόσες δεκαετίες μετά, ένα μόνο φανερώνει: ότι τα Κουρέλια (του ροκεμπίλλυ, της ψυχεδέλειας, του πανκ κλπ.) τραγουδάνε ακόμα


   Θ.Λ.


  Δείτε επίσης: 
-Η ΝΕΑΝΙΚΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ (ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ) TO ΥΠ' ΑΡ. 1 ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ - Για την αποϊστορικοποίηση ενός (ακόμα) εθνικού μύθου (του Κώστα Κατσάπη)
-ΟΧΙ ΑΛΛΟΙ "ΗΡΩΕΣ"... Όταν τα "αντιστασιόμετρα" κραδαίνονται ως φύλλα συκής τής σταλινικής ή άλλης φιλοχουντικής ηθικολογίας
-ΗΤΑΝ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΠ/ΡΟΚ ΤΩΝ '60s ΕΚΠΟΡΕΥΟΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΗ "ΜΑΥΡΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ"; Μόνο για τους σταλινικούς θα μπορούσε να "ήταν"...
-ΤΕΣΣΕΡΕΙΣ ΗΜΕΡΕΣ ΠΡΙΝ ΤΟΝ "ΓΥΨΟ" - Η διακοπείσα συναυλία των Rolling Stones στην Αθήνα (17 Απριλίου 1967) και οι νέες προτεραιότητες που έθεσε στη χούντα (του Κώστα Κατσάπη)
-Γιεγιέδες και Χούντα (του Μανώλη Νταλούκα)


8 σχόλια:

  1. Τι εννοούσε ο τύπος με αυτό για την Υποκουλτούρα και τον μύθο του καθενός; Μήπως τον ρώτησες;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Όχι δεν τον ρώτησα. Ένιωσα ότι κατάλαβα τι εννοούσε. Ο Μύθος δεν είναι απαραίτητα κάτι ψεύτικο. Είναι μια εννοιολογική/συμβολική κωδικοποίηση της προσλαμβανόμενης πραγματικότητας και μια από τις πολλές όψεις της αλήθειας. Όλοι οι άνθρωποι έχουν τους προσωπικούς τους μύθους, αλλά και η κάθε κοινωνία συνολικά. Η διαφορά της Αντικουλτούρας με τις διάφορες θρησκείες / ιδεολογίες (τα απαξιωτικώς αποκαλούμενα μαντριά) ήταν ότι δεν σέρβιρε ούτε εμπιστευόταν ο,τιδήποτε ετοιματζίδικο, αλλά σε προέτρεπε να αναζητήσεις και να βρεις ο ίδιος για λογαριασμό σου ό,τι θα σου χάριζε την ευδαιμονία. Και φυσικά να το ζήσεις (να το κάνεις πράξη). Η Αντικουλτούρα απεχθανόταν τις Απόλυτες Αλήθειες και γενικώς τα ετοιματζίδικα γιατί θεωρούσε ότι δεν έχουν αυθεντικότητα και ότι διαιωνίζουν την ψυχολογική εξάρτηση από τα ιερατεία και την Εξουσία. Έδινε μεγάλη σημασία στον τρόπο, ο οποίος ήταν ένας: ο προσωπικός δρόμος του καθενός. Ένα θρυλικό για την Αντικουλτούρα μυθιστόρημα, ο «Σιντάρτα» του Χέρμαν Έσσε, πραγματεύεται ακριβώς τα παραπάνω.

      Διαγραφή
  2. Προσωπικά απορώ πώς είναι δυνατόν άνθρωπος που δηλώνει ροκάς, να απορρίπτει όλα τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά ορόσημα της Αντικουλτούρας, διεθνούς και εγχώριας: το καλοκαίρι του '67, το Woodstock, τον Ξένοιαστο Καβαλάρη, το Φράουλες και Αίμα, το πανκ, τις ταινίες και τα βιβλία του Νικολαΐδη και τόσα άλλα ων ουκ έστιν αριθμός. Σαν κάποιος να δηλώνει μαρξιστής αλλά να απορρίπτει το Κεφάλαιο ή την οκτωβριανή επανάσταση ή την εθνική αντίσταση. Πόσοι θα τον πίστευαν; Τέλος πάντων, σημεία των καιρών... Το σημαντικό είναι ότι οι ροκάδες δεν θα τον διαβάσουν (ή αν το κάνουν, θα είναι μόνο για να γελάσουν με τα ανίατα κόμπλεξ του σταλινισμού).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Eίπαμε: μόνο επιβεβαίωση μπορούμε να πάρουμε από κάτι τέτοια (κάτι που είναι ακόμα πιο ευπρόσδεκτο τώρα στα γεράματα...)

      Διαγραφή
  3. Πάλι με τον γραφικό ασχολείστε; Αφού το έχει ξεκαθαρίσει: «Και ποιος σου είπε ρε αγράμματε πως εγώ εξισώνω την αριστερά με το ροκ;»
    http://diskoryxeion.blogspot.gr/2016/10/blog-post_6.html?showComment=1475751476619#c5684234437717907290

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. "Τα πιο σοβαρά πράγματα για το ροκ, στην Ελλάδα, τα έχουν γράψει κνίτες, κουκουέδες, κομμουνιστές τέλος πάντων [...] δεν τα έχουν γράψει ούτε οι Πετρίδηδες, ούτε οι Ζήλοι, ούτε οι Μηλάτοι, ούτε οι Κοντογούρηδες, ούτε κανείς απ’ αυτούς"
      https://diskoryxeion.blogspot.com/2025/02/facebook-629.html

      Διαγραφή
  4. Απαντήσεις
    1. Η συγκεκριμένη γίδα δεν έφυγε ποτέ από το μαντρί, ώστε να τη ζητάς πίσω:

      "H μεγάλη αμαρτία της ελληνικής ποπ και του ροκ ήταν η συμπόρευσή τους με τη δεξιά και την ακροδεξιά, στη δεκαετία του ’60 βασικά, και στην αρχή του ’70 – τουλάχιστον μέχρι το 1970-71. Αυτό δεν θέλουν να το ομολογήσουν οι περισσότεροι, παρότι εγώ το έχω αντιληφθεί και από παρέες, εδώ και δεκαετίες, μα και εδώ στο fb, όταν θα διαπίστωνα (πολύ πριν μπω με προσωπικό λογαριασμό) πως διάφορα μέλη συγκροτημάτων εξακολουθούσαν, δεκαετίες αργότερα, να εκφράζουν συντηρητικές και εθνικιστικές θέσεις (έως και χρυσαυγίτικες). Με αυτά τα δύσκολα και επικίνδυνα θέματα καταπιάνεται το «Ροκ, Ελληνικό Ροκ Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του '60 (Μία αντι-ανάγνωση)» [Όγδοο, 2025] και αυτά τα έντυπα, που βλέπετε εδώ, είναι απολύτως ενδεικτικά τού τι θέλω να πω. Είναι οι «Λόγοι» του φασίστα συνταγματάρχη Λαδά, που κυνήγαγε υποτίθεται την ψυχεδέλεια, αλλά έδινε το παρόν σε παραστάσεις γιεγιέδικων συγκροτημάτων, που οργάνωνε η χουντική ΕΦΕΕ, είναι η «Αντικομουνιστική Ελλάς» στην οποία έγραφε ο Θανάσης Τσόγκας, εκδότης των «Μοντέρνων Ρυθμών» και πλείστων άλλων ποπ και ροκ περιοδικών, είναι η αντικομμουνιστική «Σοβιετολογία» του Γεωργαλά (του... κυβερνητικού εκπρόσωπου της δικτατορίας, που παρεμβαίνει ουσιαστικά, προκειμένου να συνεχιστεί η προβολή της ταινίας «Γούντστοκ» τον Δεκέμβριο του ’70) και είναι το ιστορικό τεύχος #80 των «Μοντέρνων Ρυθμών», το πρώτο τεύχος του περιοδικού, μετά από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, στο οποίο καταγράφεται σαφώς η εθνικόφρονα και φιλοχουντική ιδεολογία του. Λοιπόν, αν δεν γράψεις γι’ αυτά (και για άλλα διάφορα, που θα τα βρεις αναλυτικά στο βιβλίο) δεν λες απολύτως τίποτα για την ιστορία της ποπ και του ροκ στην Ελλάδα."
      https://diskoryxeion.blogspot.com/2025/07/facebook-653.html


      Όπου ποπ=ροκ, όπου γιεγιέδες=ψυχεδέλεια, όπου Μοντέρνοι Ρυθμοί=ροκ ψυχεδελικό περιοδικό (στο οποίο εντρυφούσαν ευλαβικά οι ψυχεδελικοί ροκάδες της Ελλάδας), όπου Θανάσης Τσόγκας=ψυχεδελικός εκδότης, όπου "διάφορα μέλη συγκροτημάτων" (ως συνήθως, δεν μας διευκρινίζει αν πρόκειται για ποπ ή ροκ)=ελληνικό ροκ (και ελληνικός ροκ "χώρος" γενικότερα). Αυτά είναι όλη η ιστορία του ροκ στην Ελλάδα, κι όποιος μιλάει για άλλα λέει απλώς για ένα τίποτα.
      Αν αυτά είναι τα "απολύτως ενδεικτικά του τι θέλει να πει", το ενδεικτικότερο όλων είναι ότι τα επιχειρήματα τού τελείωσαν μάλλον με το "καλημέρα". Τουλάχιστον αναγνωρίζει ότι η χούντα είχε απαγορέψει, έστω και αρχικά, την ταινία Woodstock. Κι ότι ο… καλός υπουργός προπαγάνδας της χούντας (πρώην σταλινικός) Γεωργαλάς, εισηγήθηκε τη (λογοκριμένη) προβολή της. Πάλι καλά που δεν μας είπε κι ότι οι καταληψίες του Πολυτεχνείου ήσαν πράκτορες της ΚΥΠ.
      Ένα κομμάτι Κοινωνικής Ιστορίας της σύγχρονης Ελλάδας, όπως διδασκόταν ανέκαθεν στα γραφικά σταλινικά μαντριά, κι όπως το υπηρετεί ένας προδεφτικός σταλινικός ελληνοχριστιανός μπατριώτης. Μπεεε!

      Διαγραφή