.

Κυριακή 24 Μαρτίου 2013

Η ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΓΓΛΙΚΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ «ΗΜΕΤΕΡΟΥΣ» ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821

Η (β)ρωμηοσύνη στη διαχρονικότητά της: υφαρπαγές χρηματοδοτήσεων και ρεμούλες – καταστάσεις πανομοιότυπες με τις σημερινές.
 
Ο εξωτερικός δανεισμός του ελληνόφωνου προτεκτοράτου έχει μεγάλη προϊστορία. Η Νεοελλάδα έχει δανειστεί πολλές φορές, πάντα για την ίδια αιτία: η εγχώρια τριτοκοσμική πλουτοκρατία (απόγονοι και επίγονοι των βυζαντινών φεουδαρχών, που μετεξελίχθηκαν επιτυχώς στους κοτσαμπασήδες φοροεισπράκτορες της τουρκοκρατίας και στους νεοκοτσαμπασήδες ψευδοαστούς κερδοσκόπους / μεταπράτες της σημερινής εποχής)  αφαίμασσε το κοινωνικό υποζύγιο «αναδιανέμοντας» κατά καιρούς το εθνικό εισόδημα,  κάτι που κρατούσε σε υποτυπώδη επίπεδα την εγχώρια αγοραστική δύναμη και άρα την εγχώρια  αγορά (δηλαδή τον ακρογωνιαίο λίθο κάθε εθνικής οικονομίας). Το αποτέλεσμα ήταν -και παραμένει- να μην μπορεί να στεριώσει καμμία σοβαρή παραγωγική βάση και άρα καμμία (όπως την ονομάζουν οι οικονομολόγοι) ανάπτυξη.

Για να δικαιολογούν οι εγχώριοι παρασιτικοί τριτοκοσμικοί πλουτοκράτες τήν κατ΄ εξακολούθηση πτώχευση (που οι ίδιοι προκαλούσαν πλουτίζοντας αντιπαραγωγικά και παρασιτικά) και τον κατ΄ εξακολούθηση δανεισμό, επινόησαν το παραμύθι της δήθεν «Ψωροκώσταινας» χώρας, της οποίας το δήθεν «ριζικό» την καταδικάζει  σε συνεχή φτώχεια και πτώχευση.
Στη συνέχεια (μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο κληρονομημένης από το Βυζάντιο απόλυτης νεοβυζαντινής διαπλοκής και διαφθοράς), υφάρπαζαν τα χορηγούμενα δάνεια (αφήνοντας για ευνόητους λόγους «εικόνας», αλλά και εξαγοράς κάποιων «ημετέρων» τους κατωτέρων κοινωνικών ομάδων, μερικά ψίχουλα να πέσουν από το τραπέζι), με αποτέλεσμα την διαιώνιση της πτώχευσης και το άνοιγμα ενός νέου, κάθε φορά, δανειακού λογαριασμού. «Αναδιανομή» του εθνικού εισοδήματος από τους εγχώριους νεοκοτσαμπασήδες, πτώχευση και εξωτερικός δανεισμός: αυτός είναι ο συνήθης οικονομικός κύκλος και η πληκτικά προβλέψιμη οικονομική ιστορία της Νεοελλάδας.

Τα αγγλικά δάνεια, που χορηγήθηκαν στην επαναστατική  νεοελληνική κυβέρνηση το 1824 (τα πρώτα που έλαβε η Νεοελλάδα) εγκαινίασαν την στερεότυπη μεταχείριση, την οποία θα είχαν έκτοτε όλα τα δάνεια, που θα συνήπτε το νεοελληνικό προτεκτοράτο: δεν διοχετεύθηκαν προς τον σκοπό τού αφελώς αποκαλούμενου «κοινού καλού» (αν είναι ποτέ δυνατόν να έχουν «κοινό καλό» το κοινωνικό υποζύγιο και τα αφεντικά του), αλλά γέμισαν τις τσέπες «ημετέρων».
Την ίδια  προδιαγεγραμμένη κατάληξη είχαν, όχι μόνο όλα ανεξαιρέτως τα δάνεια, αλλά και όλα ανεξαιρέτως τα χρήματα, τα οποία κατά καιρούς λάμβανε η Νεοελλάδα στα πλαίσια της λεγόμενης «διεθνούς βοήθειας» προς  «δορυφορικές» χώρες. Π.χ.  τα χρήματα του μεταπολεμικού σχεδίου Marshall (366 εκατομμύρια δολλάρια) γέμισαν κυρίως τις τσέπες νεοκοτσαμπασήδων, όπως των περιφήμων (και χαρακτηριστικά τριτοκοσμικών) «βιομηχάνων χωρίς βιομηχανίες», οι οποίοι  λυμαίνονταν τη χώρα κατά τις δεκαετίες της «εκβιομηχάνισης» του 1950 και 1960. Κατά τον ίδιο τρόπο υφαρπάχθηκαν και κατασπαταλήθηκαν τα μυθώδη χρηματικά «πακέτα», επιχορηγήσεις κ.λπ., που δωρίζονταν στην Νεοελλάδα  επί δύο δεκαετίες από την ένταξή της στην Ε.Ε.
Σήμερα, που η Νεοελλάδα βρίσκεται στο μέσον ενός ακόμα κύκλου ληστρικής εσωτερικής  «αναδιανομής» του εθνικού εισοδήματος, πτώχευσης και επικείμενου εξωτερικού δανεισμού, η υπενθύμιση της ιστορίας του νεοελληνικού δανεισμού είναι ιδιαιτέρως χρήσιμη για όσους αποτελούν το απομυζούμενο κοινωνικό υποζύγιο (και -ευχόμαστε- ιδιαιτέρως επιβλαβής για τα αφεντικά τους).
Η ωμή υφαρπαγή των χρημάτων των αγγλικών δανείων πίσω από τις πλάτες ενός παντοειδώς εξαθλιωμένου ραγιαδολαού, που  πολεμούσε για την επιβίωσή του (δηλαδή  σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο) διδάσκει, ότι οι νεοκοτσαμπασήδες αυτού του θλιβερού προτεκτοράτου είναι απλώς αδίστακτοι. Διδάσκει, ότι οι πατριωτικές κορώνες, με τις οποίες θα ηχορυπάνουν και σε αυτήν την «εθνική» επέτειο, προορίζονται για τα κορόιδα, τους αμαθείς και τούς αφελείς κάθε είδους. Διδάσκει επίσης πού θα καταλήξουν τα χρήματα, που θα (ξανα)δανειστεί η (ξανα)πτωχευμένη Νεοελλάδα τις προσεχείς εβδομάδες.
Είναι συμφέρον κάθε νεοέλληνα, που ανήκει στο απομυζούμενο κοινωνικό υποζύγιο, να κάνει ό,τι νομίζει και να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο («θεμιτό», ή «αθέμιτο»), προκειμένου να δημιουργηθεί διεθνώς «αρνητικό» κλίμα δανεισμού προς το προτεκτοράτο. Έτσι ώστε αυτή τη φορά να αποτραπούν οι διεθνείς δανειστές να δανείσουν τους νεοκοτσαμπασήδες (με δάνεια, τα οποία θα τσεπώσουν ως συνήθως οι τελευταίοι, ενώ την αποπληρωμή τους θα επωμιστεί, πάλι ως συνήθως, ο «λαός»). Θα ήταν μια ευχάριστη ιστορική «παρεκτροπή» αν οι νεοκοτσαμπασήδες, που επί σχεδόν δύο μετεπαναστατικούς αιώνες πλουτίζουν πτωχεύοντας επανειλημμένα τη χώρα, μείνουν «μπουκάλα» και να αναγκαστούν  να βάλουν βαθιά το χέρι στο -αφορολόγητο και φυγαδευμένο- κομπόδεμά τους. Είναι καιρός να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος «αναδιανομής» εθνικού εισοδήματος, πτώχευσης  και δανεισμού.



Γι΄ αυτό τον λόγο, παρουσιάζουμε σχετικά με την υφαρπαγή των αγγλικών δανείων του 1824 και την διαχρονική αρπακτική νοοτροπία των νεοκοτσαμπασήδων ένα απόσπασμα από το συλλογικό έργο: «Κυριαρχία και κοινωνικοί αγώνες στον ελλαδικό χώρο: από την προεπαναστατική περίοδο μέχρι και τις πρώτες απόπειρες συγκρότησης εθνικού κράτους» (εκδόσεις Αναρχική Αρχειοθήκη, Αθήνα 1996).


Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013

ΠΕΡΙ ΔΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΠΑΛΑΙΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΩΝ (μια διευκρίνιση)


   Αρκετά συχνά δέχομαι την ερώτηση πώς είναι δυνατόν να περιλαμβάνω στους συνδέσμους αυτού του ιστολογίου, εκείνον του περιοδικού Δαυλός. Δηλαδή πώς είναι δυνατόν να βάζω δίπλα π.χ. σε ιστοσελίδες αναρχικού, ροκ, εναλλακτικοενημερωτικού   κλπ. περιεχομένου, ένα έντυπο «εθνικιστικό», «φασιστικό» κλπ. όπως ο Δαυλός.


Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

ΜΑΝΩΛΗΣ ΝΤΑΛΟΥΚΑΣ - ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΡΟΚ

Α' έκδοση, εκδόσεις Άγκυρα 2006
Β' έκδοση, εκδόσεις Άγκυρα 2012




  Το βιβλίο αυτό δεν είναι άλλη μια απαρίθμηση δίσκων και μουσικών συγκροτημάτων.  Πρόκειται  για μια έρευνα όπου το ροκ φαινόμενο (όπως εκδηλώθηκε στην ελληνική κοινωνία) εξετάζεται στα σωστά ιστορικά  και κοινωνικά  του πλαίσια. Με αυτή τη  μεθοδολογία το  ροκ δεν εκλαμβάνεται στη στενή του έννοια (δηλαδή απλώς ως μουσική μέσω της οποίας βρήκε έκφραση ένα κομμάτι της νεολαίας), αλλά ως το αξιολογότερο ίσως υποσύνολο τής εν γένει νεολαιίστικης κουλτούρας των μεταπολεμικών χρόνων.