Η ιδεολογία τού νεοφιλελευθερισμού:
Αγάπη για τους πλούσιους και τους προνομιούχους, σκληρή για όλους τους άλλους.
Αγάπη για τους πλούσιους και τους προνομιούχους, σκληρή για όλους τους άλλους.
Νομίζω, ότι υπάρχει μια μυστηριώδης ομοιότητα ανάμεσα στην τρέχουσα περίοδο και στις εποχές, κατά τις οποίες διαμορφώθηκε η σύγχρονη ιδεολογία -που σήμερα αποκαλείται «νεοφιλελευθερισμός» ή «οικονομικός ρασιοναλισμός»- από τους Ρικάρντο, Μάλθους και άλλους. Αποστολή τους ήταν να δείξουν στους ανθρώπους, ότι δεν είχαν δικαιώματα, αντίθετα με όσα ανοήτως πίστευαν. Και πραγματικά, αυτό αποδείχτηκε «επιστημονικά».
Το μεγάλο πνευματικό σφάλμα τής προκαπιταλιστικής κουλτούρας ήταν η πεποίθηση, ότι οι άνθρωποι έχουν θέση στην κοινωνία και δικαίωμα σ΄ αυτήν, εξαιρετικά δυσάρεστη ίσως θέση, αλλά τουλάχιστον έχουν κάτι. Η νέα επιστήμη έδειξε, ότι η ιδέα τού «δικαιώματος στη ζωή» ήταν απλώς μια πλάνη. Έπρεπε να εξηγηθεί υπομονετικά στον πλανημένο λαό, ότι δέν έχει άλλα δικαιώματα εκτός αττό το να προσπαθεί να βρει την τύχη του στην αγορά. Ένα άτομο, που δεν έχει δικό του πλούτο και δεν μπορεί να επιβιώσει στην αγορά εργασίας «δεν έχει δικαίωμα ούτε για την παραμικρή μερίδα τροφής και στην πραγματικότητα δεν έχει καμμία δουλειά να βρίσκεται εκεί», διακήρυξε ο Μάλθους σε ένα σημαντικό έργο του. Είναι «μεγάλο κακό» και παραβίαση τής «φυσικής ελευθερίας» να παραπλανά κανείς τους φτωχούς αφήνοντάς τους να πιστεύουν, ότι έχουν άλλα δικαιώματα, υποστήριζει ο Ρικάρντο, εξοργισμένος από την επίθεση εναντίον των αρχών τής οικονομικής επιστήμης και τού στοιχειώδους ορθολογισμού και εναντίον των εξ ίσου εξυμνουμένων ηθικών αρχών.
Το μήνυμα είναι σαφές. Μπορούμε να επιλέξουμε ελεύθερα: την αγορά εργασίας, το κάτεργο τού εργοστασίου, το θάνατο, ή να πάμε κάπου άλλου -όπως δόθηκε η δυνοτότητα, όταν ελευθερώθηκαν τεράστιοι χώροι χάρη στην εξόντωση και στην εκδίωξη ιθαγενών πληθυσμών, όχι ακριβώς με την εφαρμογή των αρχών τής αγοράς.
Το μεγάλο πνευματικό σφάλμα τής προκαπιταλιστικής κουλτούρας ήταν η πεποίθηση, ότι οι άνθρωποι έχουν θέση στην κοινωνία και δικαίωμα σ΄ αυτήν, εξαιρετικά δυσάρεστη ίσως θέση, αλλά τουλάχιστον έχουν κάτι. Η νέα επιστήμη έδειξε, ότι η ιδέα τού «δικαιώματος στη ζωή» ήταν απλώς μια πλάνη. Έπρεπε να εξηγηθεί υπομονετικά στον πλανημένο λαό, ότι δέν έχει άλλα δικαιώματα εκτός αττό το να προσπαθεί να βρει την τύχη του στην αγορά. Ένα άτομο, που δεν έχει δικό του πλούτο και δεν μπορεί να επιβιώσει στην αγορά εργασίας «δεν έχει δικαίωμα ούτε για την παραμικρή μερίδα τροφής και στην πραγματικότητα δεν έχει καμμία δουλειά να βρίσκεται εκεί», διακήρυξε ο Μάλθους σε ένα σημαντικό έργο του. Είναι «μεγάλο κακό» και παραβίαση τής «φυσικής ελευθερίας» να παραπλανά κανείς τους φτωχούς αφήνοντάς τους να πιστεύουν, ότι έχουν άλλα δικαιώματα, υποστήριζει ο Ρικάρντο, εξοργισμένος από την επίθεση εναντίον των αρχών τής οικονομικής επιστήμης και τού στοιχειώδους ορθολογισμού και εναντίον των εξ ίσου εξυμνουμένων ηθικών αρχών.
Το μήνυμα είναι σαφές. Μπορούμε να επιλέξουμε ελεύθερα: την αγορά εργασίας, το κάτεργο τού εργοστασίου, το θάνατο, ή να πάμε κάπου άλλου -όπως δόθηκε η δυνοτότητα, όταν ελευθερώθηκαν τεράστιοι χώροι χάρη στην εξόντωση και στην εκδίωξη ιθαγενών πληθυσμών, όχι ακριβώς με την εφαρμογή των αρχών τής αγοράς.
Κανείς δεν ξεπερνούσε την αφοσίωση των ιδρυτών τής επιστήμης στην «ευτυχία των ανθρώπων». Συνηγορούσαν μάλιστα υπέρ κάποιας διεύρυνσης τού δικαιώματος ψήφου γι΄ αυτό τον σκοπό: «στην πραγματικότητα, όχι καθολικά για όλους τους ανθρώπους, αλλά για εκείνο το μέρος τους, που δεν μπορεί να θεωρηθεί, ότι έχει οποιοδήποτε συμφέρον από την ανατροπή τού δικαιώματος τής ιδιοκτησίας», εξηγούσε ο Ρικάρντο, προσθέτοντας, ότι θα έπρεπε να επιβληθούν και άλλοι, πιο ισχυροί περιορισμοί, εάν φαινόταν, πως «περιορίζοντας το δικαίωμα τής ψήφου στα πιό στενά του όρια» θα υπήρχε εγγύηση μεγαλύτερης «ασφαλείας ως προς την ορθή επιλογή αντιπροσώπων». Υπάρχουν άφθονες καταγραφές παρόμοιων σκέψεων μέχρι τη σημερινή εποχή.
Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε τι συνέβη όταν διατυπώθηκαν και επιβλήθηκαν οι νόμοι του οικονομικού ορθολογισμού - με τον γνωστό διπλό τρόπο: πειθαρχία τής αγοράς για τους αδύναμους, αλλά παροχή βοήθειας από το κρατος - γκουβερνάντα, όποτε χρειαζόταν, για να προστατευτούν οι πλούσιοι και προνομιούχοι. Στη δεκαετία τού 1830 η νίκη τής νέας ιδεολογίας ήταν ουσιαστική και ελάχιστα χρόνια αργότερα είχε εδραιωθεί πλήρως. Ωστόσο, υπήρχε ένα μικρό πρόβλημα. Οι άνθρωποι δέν έλεγαν να χωνέψουν, ότι δεν είχαν εγγενή δικαιώματα. Όντας ανόητοι και αδαείς δυσκολεύονταν να συλλάβουν την απλή αλήθεια, ότι δεν είχαν δικαίωμα να ζουν και αντιδρούσαν με κάθε λογής παραλογισμό. Για κάμποσο χρόνο ο βρετανικός στρατός σπαταλούσε μεγάλο μέρος τής ενεργητικότητάς του για να καταστέλλει αναταραχές. Αργότερα, τα πράγματα πήραν μια πιο δυσοίωνη τροπή. Οι άνθρωποι άρχισαν να οργανώνονται. Το κίνημα των Χαρτιστών και μετέπειτα το εργατικό κίνημα έγιναν σημαντικές δυνάμεις. Τότε οι κυρίαρχοι αρχισαν να φοβούνται λιγάκι, αναγνωρίζοντας, ότι εμείς μεν μπορεί να τους αρνούμαστε το δικαίωμα στη ζωή, αυτοί όμως, μπορούν να μας αρνηθούν το δικαίωμα να κυβερνάμε. Κάτι έπρεπε να γίνει.
Ευτυχώς, βρέθηκε λύση. Η «επιστήμη», που είναι κατά τι πιο ευέλικτη από αυτήν τού Νεύτωνα, άρχισε να αλλάζει. Στα μέσα τού αιώνα είχε αναδιαμορφωθεί ουσιωδώς από τον Τζόν Στίουαρτ Μιλλ, καθώς επίσης και από τέτοιους σταθερούς χαρακτήρες, όπως ο (οικονομολόγος) Νασάου-Γουίλιαμ Σίνιορ, που προηγουμένως ήταν ο στυλοβάτης τής οικονομικής ορθοδοξίας. Αποδείχθηκε λοιπον, ότι οι νόμοι τής βαρύτητας περιλάμβαναν επίσης στοιχεία αυτού, που σιγά - σιγά έγινε το καπιταλιστικό κράτος πρόνοιας, με κάποιο είδος κοινωνικού συμβολαίου, το οποίο εδραιώθηκε μέσα από μακροχρόνιους και σκληρούς αγώνες, με πολλά πισωγυρίσματα, αλλά και σημαντικές επιτυχίες.
Σήμερα γίνεται προσπάθεια να αντιστραφεί η Ιστορία, να επιστρέψει στις ευτυχισμένες εποχές, κατά τις οποίες βασίλεψαν για λίγο οι αρχές τού οικονομικού ορθολογισμού δείχνοντας με τραχύτητα, ότι οι άνθρωποι δεν έχουν δικαιώματα πέραν αυτών, που μπορούν να αποκτήσουν στην αγορά εργασίας. Εφ΄ όσον μάλιστα η εντολή να «πάμε κάπου αλλού» δεν έχει αντίκρισμα σήμερα, οι επιλογές είναι πιό περιορισμένες: το κάτεργο τού εργοστασίου ή η πείνα, και μάλιστα με την ισχύ τού φυσικού νόμου, ο οποίος δείχνει, ότι η όποια προσπάθεια να βοηθήσουμε τους φτωχούς απλώς τους βλάπτει -τους φτωχούς, δηλαδή· οι πλούσιοι όμως, μπορούν θαυμάσια να βοηθηθούν, όπως, όταν η κρατική εξουσία παρεμβαίνει για να σώσει επενδυτές μετά την κατάρρευση τού πολυδιαφημισμένου μεξικανικού «οικονομικού θαύματος», για να σώσει χρεωκοπημένες τράπεζες και βιομηχανίες ή για να εμποδίσει τους Ιάπωνες να μπουν στην αμερικανική αγορά, ώστε να δώσει τη δυνατότητα στις εγχώριες εταιρίες να ανασυγκροτήσουν τη χαλυβουργία, την αυτοκινητοβιομηχανία και τη βιομηχανία των ηλεκτρονικών στη δεκαετία τού 1980 (όλο αυτά με τη χρήση μιας εντυπωσιακής ρητορικής περί ελεύθερων αγορών από την πιο προστατευτική κυβέρνηση τής μεταπολεμικής εποχής και τους παρατρεχάμενούς της). Και πολύ περισσότερα· αυτά είναι μόνο το κερασάκι στην τούρτα. Οι υπόλοιποι όμως, υπόκεινται στους σιδερένιους νόμους τού οικονομικού ορθολογισμού, που κάποιες φορές σήμερα αποκαλείται «σκληρή αγάπη» από εκείνους, που μοιράζουν το προνόμια.
Δυστυχώς, όλα αυτά δεν είναι μια διακωμώδηση. Στην πραγματικότητα, αυτά τα πράγματα δεν επιδέχονται διακωμώδησης. Μας έρχεται στο νου το απελπισμένο σχόλιο τού Μαρκ Τουέιν στα (επί πολύ καιρό αγνοημένα) αντιιμπεριαλιστικά του δοκίμια, σχετικά με την ανικανότητά του να σατιρίσει έναν από τους θαυμασμένους ήρωες τής σφαγής των Φιλιππινέζων: «Καμμία σατιρική παρουσίαση τού Φάνστον δεν θα μπορούσε να είναι τέλεια, γιατί ο Φάνστον καταλαμβανει μόνος του αυτή την κορυφή... (είναι) η σάτιρα ενσαρκωμένη».
Ό,τι παρουσιάζεται με ωραία λόγια στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων θα προκαλούσε το γέλιο και τον τρόμο σε μια κοινωνία με αυθεντικά ελεύθερη και δημοκρατική πνευματική κουλτούρα. Ας δούμε ένα παράδειγμα. Σκεφτείτε την οικονομική πρωτεύουσα τής πιο πλούσιας χώρας τού κόσμου: τη Νέα Υόρκη. Ο δήμαρχός της, Ράντολφ Τζουλιάνι, τελικά μίλησε ξεκάθαρα για τις δημοσιονομικές του πολιτικές, στις οποίες, συμπεριλαμβανόταν μιά ριζική μεταβολή τής φορολογίας εις βάρος των πιό φτωχών κατοίκων: μείωση τού φόρου των πλουσίων («όλες οι φορολογικές περικοπές τού δημάρχου ευνοούν τις επιχειρήσεις», ανέφεραν στα ψιλά οι New York Times) και αύξηση των φόρων των φτωχών (που συγκαλήφθηκε ως αύξηση στα κόμιστρα, που πληρώνουν μαθητές και εργαζόμενοι, ως αύξηση των διδάκτρων στα σχολεία τής πόλης, κ.λπ.). Σε συνδυασμό με δραστικές περικοπές στα δημόσια κονδύλια, που υπηρετούν ανάγκες τού κοινού, αυτές οι πολιτικές θα έπρεπε να βοηθήσουν τους φτωχούς να πάνε κάπου αλλού, εξήγησε ο δήμαρχος. Αυτά τα μέτρα θα τούς «επέτρεπαν να μετακινούνται ελεύθερα σε όλη τη χώρα», έγραφε το καλοδουλεμένο ρεπορτάζ των Times, κάτω από τον τίτλο: Ο Τζουλιάνι θεωρεί, ότι οι περικοπές των κονδυλίων κοινωνικής πρόνοιας παρέχουν μια ευκαιρία για μετακίνηση».
Εν ολίγοις, εκείνοι που ήταν σκλαβωμένοι από το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας και τις δημόσιες υπηρεσίες επιτέλους απελευθερώνονται από τις αλυσίδες τους, όπως δηλαδή συμβούλευαν οι ιδρυτές των δογμάτων τού κλασικού φιλελευθερισμού με τα αυστηρά διατυπωμένα θεωρήματά τους. Και όλα αυτά γίνονται προς όφελος των σκλαβωμένων, αποδεικνύει η πρόσφατα ανασυγκροτημένη επιστήμη. Καθώς θαυμάζουμε το επιβλητικό οικοδόμημα τής ενσαρκωμένης ορθολογικότητας, η συμπόνια που δείχνουν για τους φτωχούς μάς φέρνει δάκρυα στα μάτια.
Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε τι συνέβη όταν διατυπώθηκαν και επιβλήθηκαν οι νόμοι του οικονομικού ορθολογισμού - με τον γνωστό διπλό τρόπο: πειθαρχία τής αγοράς για τους αδύναμους, αλλά παροχή βοήθειας από το κρατος - γκουβερνάντα, όποτε χρειαζόταν, για να προστατευτούν οι πλούσιοι και προνομιούχοι. Στη δεκαετία τού 1830 η νίκη τής νέας ιδεολογίας ήταν ουσιαστική και ελάχιστα χρόνια αργότερα είχε εδραιωθεί πλήρως. Ωστόσο, υπήρχε ένα μικρό πρόβλημα. Οι άνθρωποι δέν έλεγαν να χωνέψουν, ότι δεν είχαν εγγενή δικαιώματα. Όντας ανόητοι και αδαείς δυσκολεύονταν να συλλάβουν την απλή αλήθεια, ότι δεν είχαν δικαίωμα να ζουν και αντιδρούσαν με κάθε λογής παραλογισμό. Για κάμποσο χρόνο ο βρετανικός στρατός σπαταλούσε μεγάλο μέρος τής ενεργητικότητάς του για να καταστέλλει αναταραχές. Αργότερα, τα πράγματα πήραν μια πιο δυσοίωνη τροπή. Οι άνθρωποι άρχισαν να οργανώνονται. Το κίνημα των Χαρτιστών και μετέπειτα το εργατικό κίνημα έγιναν σημαντικές δυνάμεις. Τότε οι κυρίαρχοι αρχισαν να φοβούνται λιγάκι, αναγνωρίζοντας, ότι εμείς μεν μπορεί να τους αρνούμαστε το δικαίωμα στη ζωή, αυτοί όμως, μπορούν να μας αρνηθούν το δικαίωμα να κυβερνάμε. Κάτι έπρεπε να γίνει.
Ευτυχώς, βρέθηκε λύση. Η «επιστήμη», που είναι κατά τι πιο ευέλικτη από αυτήν τού Νεύτωνα, άρχισε να αλλάζει. Στα μέσα τού αιώνα είχε αναδιαμορφωθεί ουσιωδώς από τον Τζόν Στίουαρτ Μιλλ, καθώς επίσης και από τέτοιους σταθερούς χαρακτήρες, όπως ο (οικονομολόγος) Νασάου-Γουίλιαμ Σίνιορ, που προηγουμένως ήταν ο στυλοβάτης τής οικονομικής ορθοδοξίας. Αποδείχθηκε λοιπον, ότι οι νόμοι τής βαρύτητας περιλάμβαναν επίσης στοιχεία αυτού, που σιγά - σιγά έγινε το καπιταλιστικό κράτος πρόνοιας, με κάποιο είδος κοινωνικού συμβολαίου, το οποίο εδραιώθηκε μέσα από μακροχρόνιους και σκληρούς αγώνες, με πολλά πισωγυρίσματα, αλλά και σημαντικές επιτυχίες.
Σήμερα γίνεται προσπάθεια να αντιστραφεί η Ιστορία, να επιστρέψει στις ευτυχισμένες εποχές, κατά τις οποίες βασίλεψαν για λίγο οι αρχές τού οικονομικού ορθολογισμού δείχνοντας με τραχύτητα, ότι οι άνθρωποι δεν έχουν δικαιώματα πέραν αυτών, που μπορούν να αποκτήσουν στην αγορά εργασίας. Εφ΄ όσον μάλιστα η εντολή να «πάμε κάπου αλλού» δεν έχει αντίκρισμα σήμερα, οι επιλογές είναι πιό περιορισμένες: το κάτεργο τού εργοστασίου ή η πείνα, και μάλιστα με την ισχύ τού φυσικού νόμου, ο οποίος δείχνει, ότι η όποια προσπάθεια να βοηθήσουμε τους φτωχούς απλώς τους βλάπτει -τους φτωχούς, δηλαδή· οι πλούσιοι όμως, μπορούν θαυμάσια να βοηθηθούν, όπως, όταν η κρατική εξουσία παρεμβαίνει για να σώσει επενδυτές μετά την κατάρρευση τού πολυδιαφημισμένου μεξικανικού «οικονομικού θαύματος», για να σώσει χρεωκοπημένες τράπεζες και βιομηχανίες ή για να εμποδίσει τους Ιάπωνες να μπουν στην αμερικανική αγορά, ώστε να δώσει τη δυνατότητα στις εγχώριες εταιρίες να ανασυγκροτήσουν τη χαλυβουργία, την αυτοκινητοβιομηχανία και τη βιομηχανία των ηλεκτρονικών στη δεκαετία τού 1980 (όλο αυτά με τη χρήση μιας εντυπωσιακής ρητορικής περί ελεύθερων αγορών από την πιο προστατευτική κυβέρνηση τής μεταπολεμικής εποχής και τους παρατρεχάμενούς της). Και πολύ περισσότερα· αυτά είναι μόνο το κερασάκι στην τούρτα. Οι υπόλοιποι όμως, υπόκεινται στους σιδερένιους νόμους τού οικονομικού ορθολογισμού, που κάποιες φορές σήμερα αποκαλείται «σκληρή αγάπη» από εκείνους, που μοιράζουν το προνόμια.
Δυστυχώς, όλα αυτά δεν είναι μια διακωμώδηση. Στην πραγματικότητα, αυτά τα πράγματα δεν επιδέχονται διακωμώδησης. Μας έρχεται στο νου το απελπισμένο σχόλιο τού Μαρκ Τουέιν στα (επί πολύ καιρό αγνοημένα) αντιιμπεριαλιστικά του δοκίμια, σχετικά με την ανικανότητά του να σατιρίσει έναν από τους θαυμασμένους ήρωες τής σφαγής των Φιλιππινέζων: «Καμμία σατιρική παρουσίαση τού Φάνστον δεν θα μπορούσε να είναι τέλεια, γιατί ο Φάνστον καταλαμβανει μόνος του αυτή την κορυφή... (είναι) η σάτιρα ενσαρκωμένη».
Ό,τι παρουσιάζεται με ωραία λόγια στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων θα προκαλούσε το γέλιο και τον τρόμο σε μια κοινωνία με αυθεντικά ελεύθερη και δημοκρατική πνευματική κουλτούρα. Ας δούμε ένα παράδειγμα. Σκεφτείτε την οικονομική πρωτεύουσα τής πιο πλούσιας χώρας τού κόσμου: τη Νέα Υόρκη. Ο δήμαρχός της, Ράντολφ Τζουλιάνι, τελικά μίλησε ξεκάθαρα για τις δημοσιονομικές του πολιτικές, στις οποίες, συμπεριλαμβανόταν μιά ριζική μεταβολή τής φορολογίας εις βάρος των πιό φτωχών κατοίκων: μείωση τού φόρου των πλουσίων («όλες οι φορολογικές περικοπές τού δημάρχου ευνοούν τις επιχειρήσεις», ανέφεραν στα ψιλά οι New York Times) και αύξηση των φόρων των φτωχών (που συγκαλήφθηκε ως αύξηση στα κόμιστρα, που πληρώνουν μαθητές και εργαζόμενοι, ως αύξηση των διδάκτρων στα σχολεία τής πόλης, κ.λπ.). Σε συνδυασμό με δραστικές περικοπές στα δημόσια κονδύλια, που υπηρετούν ανάγκες τού κοινού, αυτές οι πολιτικές θα έπρεπε να βοηθήσουν τους φτωχούς να πάνε κάπου αλλού, εξήγησε ο δήμαρχος. Αυτά τα μέτρα θα τούς «επέτρεπαν να μετακινούνται ελεύθερα σε όλη τη χώρα», έγραφε το καλοδουλεμένο ρεπορτάζ των Times, κάτω από τον τίτλο: Ο Τζουλιάνι θεωρεί, ότι οι περικοπές των κονδυλίων κοινωνικής πρόνοιας παρέχουν μια ευκαιρία για μετακίνηση».
Εν ολίγοις, εκείνοι που ήταν σκλαβωμένοι από το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας και τις δημόσιες υπηρεσίες επιτέλους απελευθερώνονται από τις αλυσίδες τους, όπως δηλαδή συμβούλευαν οι ιδρυτές των δογμάτων τού κλασικού φιλελευθερισμού με τα αυστηρά διατυπωμένα θεωρήματά τους. Και όλα αυτά γίνονται προς όφελος των σκλαβωμένων, αποδεικνύει η πρόσφατα ανασυγκροτημένη επιστήμη. Καθώς θαυμάζουμε το επιβλητικό οικοδόμημα τής ενσαρκωμένης ορθολογικότητας, η συμπόνια που δείχνουν για τους φτωχούς μάς φέρνει δάκρυα στα μάτια.
Πού θα πάνε οι απελευθερωμένες μάζες; Ίσως στις φαβέλες των περιχώρων των πόλεων, έτσι ώστε να είναι «ελεύθερες» να επιστρέφουν, για να κάνουν τη βρώμικη δουλειά για εκείνους, που έχουν δικαίωμα να χαίρονται την πιο πλούσια πόλη τού κόσμου, η οποία έχει ανισότητα μεγαλύτερη από αυτήν τής Γουατεμάλας και το 40% των παιδιών βρισκόταν κάτω από το όριο τής φτώχειας πριν ακόμα θεσμοποιηθούν αυτά τα νέα μέτρα «σκληρής αγάπης».
|
Οι πληγωμένες καρδιές, που δεν μπορούν να καταλάβουν τις εύνοιες, που δίνονται στους φτωχούς, θα έπρεπε, τουλάχιστον, να μπορούν να δουν, ότι δέν υπάρχει εναλλακτική λύση. «Το μάθημα των ελαχίστων επόμενων ετών μπορεί να είναι, ότι η Νέα Υόρκη δεν είναι ούτε πλούσια ούτε αρκετά δυναμική οικονομικά για να αντέξει τον εκτεταμένο δημόσιο τομέα, που δημιουργήθηκε στη μετά τη Μεγάλη Ύφεση περίοδο», μαθαίνουμε από μια γνώμη ειδικού, που παρουσιάζεται στο πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ μιας άλλης έκδοσης των Times.
Η απώλεια οικονομικής ζωτικότητας είναι αρκετά πραγματική, εν μέρει ως αποτέλεσμα των προγραμμάτων «αστικής ανάπτυξης», που αφάνισαν μια ανθούσα βιομηχανική βάση προς όφελος τού επεκτεινόμενου χρηματοπιστωτικού τομέα. Ο πλούτος τής πόλης είναι άλλο θέμα. Η γνώμη τού ειδικού, στον οποίο στράφηκαν οι Tmes είναι μια αναφορά προς τους επενδυτές τής εταιρίας J.P.Morgan, πέμπτης κατά σειρά κατάταξης εμπορικής τράπεζας στον κατάλογο των πεντακοσίων μεγαλυτέρων εταιριών, που παρουσίασε το περιοδικό Fortune για το έτος 1995, η οποία πέρασε μεγάλα βάσανα: κέρδισε μόλις 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια κέρδος το 1994. Βεβαίως η χρονιά δεν ήταν σπουδαία για την εν λόγω εταιρία σε σύγκριση με την «εκπληκτική» αύξηση κέρδους, τής τάξης τού 54%, για τις πεντακόσιες εταιρίες συνολικά, οι οποίες αύξησαν τα κέρδη τους με αύξηση τής απασχόλησης μόνο κατά 2,6% και των κερδών από πωλήσεις κατά 8,2%, σε «ένα από τα πιο κερδοφόρα έτη για τις αμερικανικές επιχειρήσεις», όπως ανέφερε εκστασιασμένο το Fortune.
Ο επιχειρηματικός Τύπος χαιρέτισε άλλο ένα «θαυμάσιο έτος για τα εταιρικά κέρδη στις ΗΠΑ», ενώ «ο πλούτος των αμερικανικών νοικοκυριών σημείωσε πραγματική πτώση» σ΄ αυτό το τέταρτο συνεχές έτος διψήφιας αύξησης των κερδών και δέκατο τέταρτο συνεχές έτος μείωσης των πραγματικών μισθών. Οι πεντακόσιες εταιρίες τού Fortune έφτασαν σε νέα ύψη «οικονομικής ισχύος», με έσοδα που προσέγγιζαν τα δύο τρίτα τού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, λίγο περισσότερο από το ΑΕΠ τής Γερμανίας ή τής Βρετανίας, για να μην αναφερθούμε στην ισχύ που ασκούν στο σύνολο τής παγκόσμιας οικονομίας - μια εντυπωσιακή συγκέντρωση ισχύος σε ανεξέλεγκτες ιδιωτικές τυραννίες και άλλο ένα ευπρόσδεκτο πλήγμα κατά τής δημοκρατίας και των αγορών.
Ζούμε σε «εποχές λιτότητας και μιζέριας» και όλοι πρέπει να σφίξουν το ζωνάρια τους - αυτό μας λένε συνεχώς. Στην πραγματικότητα η χώρα είναι πλημμυρισμένη από κεφάλαια, με «εκπληκτικά κέρδη», τα οποία «ξεχειλίζουν από τα χρηματοκιβώτια τής εταιρικής Αμερικής», όπως αγαλλίαζε το Business Week πριν ακόμα έρθουν στη δημοσιότητα τα σπουδαία νέα τού ρεκόρ κερδών κατά το τελευταίο τετράμηνο τού 1994, με μια «πρωτοφανή αύξηση, τής τάξης τού 71%», για τις εννιακόσιες επιχειρήσεις τού Corporate Scoreboard (Πίνακα Βαθμολογίας Εταιριών) τού περιοδικού. Εφ΄ όσον λοιπόν οι καιροί είναι τόσο δύσκολοι παντού, ποιά άλλη επιλογή υπάρχει, παρά να «δώσουν μια ευκαιρία για μετακίνηση» στις απελευθερωμένες πλέον από τη σκλαβιά τής κοινωνικής προστασίας μάζες;
Η «σκληρή αγάπη» είναι η σωστή έκφραση: αγάπη για τους πλούσιους και τους προνομιούχους, σκληρή για όλους τους άλλους.
Ο επιχειρηματικός Τύπος χαιρέτισε άλλο ένα «θαυμάσιο έτος για τα εταιρικά κέρδη στις ΗΠΑ», ενώ «ο πλούτος των αμερικανικών νοικοκυριών σημείωσε πραγματική πτώση» σ΄ αυτό το τέταρτο συνεχές έτος διψήφιας αύξησης των κερδών και δέκατο τέταρτο συνεχές έτος μείωσης των πραγματικών μισθών. Οι πεντακόσιες εταιρίες τού Fortune έφτασαν σε νέα ύψη «οικονομικής ισχύος», με έσοδα που προσέγγιζαν τα δύο τρίτα τού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, λίγο περισσότερο από το ΑΕΠ τής Γερμανίας ή τής Βρετανίας, για να μην αναφερθούμε στην ισχύ που ασκούν στο σύνολο τής παγκόσμιας οικονομίας - μια εντυπωσιακή συγκέντρωση ισχύος σε ανεξέλεγκτες ιδιωτικές τυραννίες και άλλο ένα ευπρόσδεκτο πλήγμα κατά τής δημοκρατίας και των αγορών.
Ζούμε σε «εποχές λιτότητας και μιζέριας» και όλοι πρέπει να σφίξουν το ζωνάρια τους - αυτό μας λένε συνεχώς. Στην πραγματικότητα η χώρα είναι πλημμυρισμένη από κεφάλαια, με «εκπληκτικά κέρδη», τα οποία «ξεχειλίζουν από τα χρηματοκιβώτια τής εταιρικής Αμερικής», όπως αγαλλίαζε το Business Week πριν ακόμα έρθουν στη δημοσιότητα τα σπουδαία νέα τού ρεκόρ κερδών κατά το τελευταίο τετράμηνο τού 1994, με μια «πρωτοφανή αύξηση, τής τάξης τού 71%», για τις εννιακόσιες επιχειρήσεις τού Corporate Scoreboard (Πίνακα Βαθμολογίας Εταιριών) τού περιοδικού. Εφ΄ όσον λοιπόν οι καιροί είναι τόσο δύσκολοι παντού, ποιά άλλη επιλογή υπάρχει, παρά να «δώσουν μια ευκαιρία για μετακίνηση» στις απελευθερωμένες πλέον από τη σκλαβιά τής κοινωνικής προστασίας μάζες;
Η «σκληρή αγάπη» είναι η σωστή έκφραση: αγάπη για τους πλούσιους και τους προνομιούχους, σκληρή για όλους τους άλλους.
Η εκστρατεία πισωγυρίσματος στο κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό και ιδεολογικό μέτωπο εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες, που δίνουν οι σημαντικές μεταβολές τής ισχύος των περασμένων είκοσι ετών προς προς όφελος των κυρίαρχων κοινωνικών ομάδων. Το πνευματικό επίπεδο τού τρέχοντος δημοσίου διαλόγου είναι αξιοκαταφρόνητο και το ηθικό επίπεδο αποκρουστικό. Η εκτίμηση όμως των προοπτικών, που βρίσκονται πίσω τους, δεν είναι εκτός πραγματικότητας. Αυτή είναι κατά τη γνώμη μου η κατάσταση, στην οποία βρισκόμαστε σήμερα, καθώς εξετάζουμε τους στόχους και τα οράματα.
Όπως συνέβαινε πάντα στο παρελθόν, μπορεί κανείς να επιλέξει να είναι δημοκράτης ή αριστοκράτης, με την έννοια που έδινε στις λέξεις αυτές ο Τζέφερσον. Ο δεύτερος δρόμος προσφέρει πλούσιες ανταμοιβές, με δεδομένη τη συγκέντρωση πλούτου, προνομίων και εξουσίας, και των σκοπών, που αυτή φυσιολογικά επιδιώκει. Ο άλλος δρόμος είναι ο δρόμος τού αγώνα, συχνά πυκνά τής ήττας, αλλά και ανταμοιβών, που δεν μπορούν ούτε να τις φανταστούν εκείνοι, που υποκύπτουν στο «Νέο Πνεύμα τής Εποχής: Κέρδισε Πλούτο, ξέχνα όλους τους άλλους εκτός από τον Εαυτό σου».
Ο σημερινός κόσμος απέχει πολύ από τον κόσμο τού Τόμας Τζέφφερσον ή τών εργατών των μέσων του 19ου αιώνα. Κι όμως οι επιλογές που προσφέρει δεν έχουν αλλάξει ουσιαστικά.
Όπως συνέβαινε πάντα στο παρελθόν, μπορεί κανείς να επιλέξει να είναι δημοκράτης ή αριστοκράτης, με την έννοια που έδινε στις λέξεις αυτές ο Τζέφερσον. Ο δεύτερος δρόμος προσφέρει πλούσιες ανταμοιβές, με δεδομένη τη συγκέντρωση πλούτου, προνομίων και εξουσίας, και των σκοπών, που αυτή φυσιολογικά επιδιώκει. Ο άλλος δρόμος είναι ο δρόμος τού αγώνα, συχνά πυκνά τής ήττας, αλλά και ανταμοιβών, που δεν μπορούν ούτε να τις φανταστούν εκείνοι, που υποκύπτουν στο «Νέο Πνεύμα τής Εποχής: Κέρδισε Πλούτο, ξέχνα όλους τους άλλους εκτός από τον Εαυτό σου».
Ο σημερινός κόσμος απέχει πολύ από τον κόσμο τού Τόμας Τζέφφερσον ή τών εργατών των μέσων του 19ου αιώνα. Κι όμως οι επιλογές που προσφέρει δεν έχουν αλλάξει ουσιαστικά.
Ο Νόαμ Τσόμσκι δεν χρειάζεται συστάσεις. Η δριμύτατη κριτική του στο καπιταλιστικό σύστημα, στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, στα ΜΜΕ, σε κάθε μορφής καταπίεση και εκμετάλλευση έχει εδραιώσει τη φήμη του Αμερικανού πολιτικού στοχαστή προκαλώντας ταυτόχρονα ποικίλα σχόλια και συζητήσεις.
Τα κείμενα που συγκεντρώνονται στον παρόντα τόμο αποκαλύπτουν μια άλλη διάσταση του έργου του: τη σχέση του με το αναρχικό κίνημα και πως αυτό επηρέασε τη σκέψη του.
Πόσο επίκαιρη είναι σήμερα μια συζήτηση περί αναρχισμού; Μπορεί το αναρχικό κίνημα να προκαλέσει κοινωνικές αλλαγές; Ο Τσόμσκι διερωτάται, προκαλεί, θέτει σημαντικά ερωτήματα. Τονίζει αυτό που θεωρεί ως την ουσία του αναρχισμού: πρέπει να αποδειχθεί η αναγκαιότητα της εξουσίας. Σκιαγραφεί το όραμά του για μια ριζική ανασυγκρότηση της κοινωνίας χωρίς ιεραρχικές δομές, για έναν κόσμο όπου κάθε άτομο θα συμμετέχει άμεσα στις αποφάσεις που αφορούν στη ζωή του. Το βασικότερο: επιβεβαιώνει την αντίληψή του για τον τρόπο που πρέπει να οργανώσουμε τη ζωή μας ενόψει των δύσκολων αγώνων του σήμερα και του αύριο.
(Από το οπισθόφυλλο) |
(Το παραπάνω κείμενο είναι απόσπασμα από το πρόσφατα εκδοθέν στην Ελλάδα βιβλίο τού Τσόμσκυ, «Περί Αναρχισμού», εκδόσεις Κέδρος, 2009 - το είχα δημοσιεύσει παλαιότερα στο freeinquiry.gr)
Εξουσία χωρίς ιεραρχικές δομές;Ακούγεται κάπως οξύμωρο
ΑπάντησηΔιαγραφήΊσως είναι τυπογραφικό λάθος. Το σωστό είναι μάλλον "πρέπει να αποδειχτεί η μή αναγκαιότητα της εξουσίας". Πάντως ακόμα κι έτσι όπως είναι, δεν είναι τόσο οξύμωρο όσο ακούγεται. Π.χ. ο Καστοριάδης πίστευε (και το έδειξε με ιστορικά επιχειρήματα) ότι η εξουσία είναι αδύνατον να καταργηθεί, αλλά ότι μπορεί όμως να ασκείται με τέτοιον τρόπο που να καταργεί την ιεραρχία. Την κατάργηση της εξουσίας τη θεωρούσε μια από τις αντιιστορικές αφέλειες του αναρχισμού και του μαρξισμού.
ΔιαγραφήΕξαιρετικό κείμενο ενός εξαιρετικού διανοητή, με τον οποίο δεν διαφωνώ σε τίποτα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε τιμά η αναδημοσίευση Υπνοβάτη, διότι... υπάρχουν τρελλαμένοι "αριστεροί" που συκοφαντούν τον Τσόμσκυ από το πρωί ως το βράδυ...
Είναι αστείο βέβαια, ότι οι απόψεις μου που είναι σχεδόν ταυτόσημες με εκείνες του Τσόμσκυ στο θέμα του αντισημιτισμού, έτυχαν ΤΟΣΟ μεγάλης αντίδρασης εκ μέρους σου. Δυστυχώς δεν διαθέτω το δικό του κύρος (χαχαχα)...
Υ.Γ. (διόρθωση) όχι "σύζυγος" αλλά "σύντροφος" του Μπελογιάννη, η Παππά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπίσης... δεν ανοίγω εδώ θέμα περί Εβραίων και βίβλου, αλλά θάθελα να σου επισημάνω ότι οι Εβραίοι από τότε που διαλύθηκε το βιβλικό τους κράτος ήταν υπόδουλοι και ανίκανοι να εφαρμόσουν στην ΠΡΑΞΗ τις... φασιστοειδείς πτυχές της θρησκείας τους (εκτός από πολύ σπάνιες ιστορικές περιπτώσεις) και σαν κανόνας έγιναν οι κακοί δαίμονες που σταύρωσαν το Χριστό κατά τους Χριστιανούς. ΟΛΟ αυτό το κεφάλαιο (του αντισημιτισμού) παραδόξως σου διαφεύγει. ΓΙΑΤΙ?
Θα προσπαθήσω να μη σε ζαλίσω άλλο...
Οι λόγοι του υπαρκτού αντιεβραϊσμού (και όχι αντισημιτισμού γενικώς και αορίστως), κυρίως στη μεσαιωνική χιλιετία έχουν να κάνουν (όπως λες) με τον χριστιανισμό που θεωρούσε συλλήβδην τους εβραίους ως "δολοφόνους του Ιησού" και τους χρησιμοποιούσε κάθε τόσο ως τους συνήθεις αποδιοπομπαίους τράγους.
ΔιαγραφήΕπομένως μπορώ να δεχτώ τον όρο "αντιεβραϊσμός" αλλά όχι φυσικά τον σιωνιστικό νεολογισμό "αντισημιτισμός". Τέτοιο πράγμα δεν υπήρξε ποτέ πουθενά. Κατά τη γνώμη μου όποιος μιλάει για (τον ιστορικώς ανύπαρκτο) αντισημιτισμό, πιπιλάει τις πιπίλες του σιωνιστικού φασισμού. Κι αυτό δυστυχώς το κάνουν όλοι οι "αντιφασίστες".
Σου υπενθυμίζω ότι: "όποιος κατέχει τις λέξεις, κατέχει και τα μυαλά που τις χρησιμοποιούν" (δεν θυμάμαι ποιός το είπε, αν και θά 'πρεπε).
Και δεν είναι ανάγκη να συμφωνώ σε όλα με τον Τσόμσκυ. Τί είναι ο Τσόμσκυ; Κάποιο ευαγγέλιο;
Αααχ ρε Θόδωρε (που μόλις διάβαζα θετικά ρηβιούζ για το βιβλίο σου...) ΜΗΝ κολλάς στις ΛΕΞΕΙΣ...
Διαγραφή...που εδώ δίνεις τόσο υπερβολική σημασία σε λέξεις, ώστε χάνεις όχι μόνο το νόημα αλλά ΚΑΙ την ιστορική αλήθεια τους.
-Ο όρος "αντισημιτισμός" ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ "σιωνιστικός νεολογισμός"! Είναι καθαρά αντι-εβραϊκό ιδεολόγημα που επινοήθηκε τον 19ο αιώνα. Ψάχτο στη βικιπαίδεια.
Ορίστε τον:
http://en.wikipedia.org/wiki/Antisemitism#Origin_and_usage_in_the_context_of_xenophobia
Etymology
The origin of "antisemitic" terminologies is found in responses of Moritz Steinschneider to the views of Ernest Renan. As Alex Bein writes "The compound anti-Semitism appears to have been used first by Steinschneider, who challenged Renan on account of his 'anti-Semitic prejudices' [i.e., his derogation of the "Semites" as a race]".[7] Avner Falk similarly writes: 'The German word antisemitisch was first used in 1860 by the Austrian Jewish scholar Moritz Steinschneider (1816-1907) in the phrase antisemitische Vorurteile (antisemitic prejudices). Steinschneider used this phrase to characterise the French philosopher Ernest Renan's false ideas about how "Semitic races" were inferior to "Aryan races"'.[8]
Pseudo-scientific theories concerning race, civilization, and "progress" had become quite widespread in Europe in the second half of the 19th century, especially as Prussian nationalistic historian Heinrich von Treitschke did much to promote this form of racism. He coined the phrase "the Jews are our misfortune" which would later be widely used by Nazis.[9] In Treitschke's writings "Semitic" was synonymous with "Jewish",[citation needed] in contrast to its use by Renan and others...
ΒΓΑΛΤΟ από το μυαλό σου ότι οι Εβραίοι είναι υπεύθυνοι για τον... αντισημιτισμό. Αυτό είναι αντιστροφή αιτίας - αποτελέσματος!
Ορίστε και ο σιωνισμός, σαν κίνημα:
http://en.wikipedia.org/wiki/Zionism#Terminology
(1890 - ...)
______________
Επιπλέον, είναι ιστορικά λανθασμένο ΚΑΙ άδικο για τους ίδιους τους (φτωχούς στην πλειοψηφία τους) Εβραίους που διώχθηκαν, ιστορικά.
Είναι αλήθεια, όπως επεσήμανες, ότι οι αντι-εβραίκοί διωγμοί του Μεσαίωνα ήταν πράγματι θρησκευτικοί αντί για φυλετικοί.
Ο σιωνισμός γεννήθηκε όμως ΠΑΙΔΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟΥ.
(όχι ανάποδα). ΠΡΩΤΑ γεννήθηκε η ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ του αντισημιτισμού (σαν αποκλειστικά αντι-εβραϊσμός) και ΜΕΤΑ ιδρύθηκε το παγκόσμιο σιωνιστικό κίνημα, από έναν... ημι-αντισημίτη Εβραίο, τον Θόδωρο Χερτζλ (μεταξύ άλλων).
Και αληθεύει ότι το σιωνιστικό κίνημα ήταν εκείνο που για πρώτη φορά θεώρησε τους Εβραίους φυλή, αντί απλώς για θρησκεία.
__________________
Συμφωνώ μαζί σου ότι η στάση του Ισραήλ στη Γάζα είναι εθνοκάθαρση αντί γενοκτονίας, αλλά αυτό που σου ανάφερα ΙΣΧΥΕΙ, δηλαδή η γενοκτονία ορίζεται διεθνώς σαν εξόντωση (ή ακόμη και πρόθεση για) εξόντωση ΜΕΡΟΥΣ ενός λαού ή φυλής, όχι απαραίτητα όλων ή της πλειοψηφίας. Αρα, η αντίρρησή σου στον ορισμό που έδωσα ήταν ΛΑΘΟΣ.
Γενικά παρατηρώ ότι έχεις πρόβλημα να παραδεχτείς λάθη, ακόμη και τα πιο μικρά κι ασήματα...
Εμένα μου αρέσει να ΑΚΡΙΒΟΛΟΓΩ, αλλά όταν χρησιμοποιώ μια λέξη, σέβομαι την καθιερωμένη της χρήση, άσχετα αν δεν μου αρέσει η ίδια η λέξη από άποψη ιστορικής προέλευσης και ετυμολογίας.
Δηλαδή, επικράτησε ΔΙΕΘΝΩΣ να λέγεται "αντισημιτισμός" ο ρατσισμός κατά των Εβραίων. ΤΙ να κάνουμε τώρα? Να αλλάξουμε τη λέξη? Πρόσφατα, ορισμένοι Εβραίοι σιωνιστές πρότειναν τη λέξη "εβραιοφοβία". (τρίχες)...
Ρε γαμώτο... ίδιες καταβολές έχουμε, εσύ κι εγώ, παλιοί αναγνώστες και φανς του Robert A. Pirsig (Zen and the Art of Motorcycle Maintenance)... ένα βιβλίο που δεν κάνει το λάθος να εκλαμβάνει το "χάρτη" σαν ίδιο με την "περιοχή" που απεικονίζει. Οπως και νάχει, ο αντι-εβραϊκός ρατσισμός ΥΠΑΡΧΕΙ.
Υ.Γ.
ΔιαγραφήΚαι δεν είναι ανάγκη να συμφωνώ σε όλα με τον Τσόμσκυ. Τί είναι ο Τσόμσκυ; Κάποιο ευαγγέλιο;
Φυσικά και όχι! Αλλά εγώ ΔΕΝ ΕΙΠΑ αυτό (που είναι strawman argument,
http://en.wikipedia.org/wiki/Straw_man )
Επεσήμανα το γεγονός ότι ΟΛΑ όσα μου καταλόγισες (με ιδιαίτερη δριμύτητα) π.χ. ότι "χρησιμοποιώ τη γλώσσα του σιωνισμού", ή ότι "ταυτίζω αντισιωνισμό με αντισημιτισμό", κλπ. ...θάπρεπε (λογικά) να τα πεις ΚΑΙ για τον Τσόμσκυ, ΟΛΑ ανεξαιρέτως. Ε, αυτό θάταν ΚΩΜΙΚΟ !!! :-) :-)
Είσαι... πειρασμός να συνεχίσω. Πάω καμμιά βόλτα να σε αφήσω ΗΣΥΧΟ. Χρόνο έχουμε... άλλα μας λείπουν!
@
Διαγραφή"The German word antisemitisch was first used in 1860 by the Austrian JEWISH scholar Moritz Steinschneider "
Η έμφαση με κεφαλαία δική μου. Θα έβαζα και το έτος με κεφαλαία, μια και είναι στην εποχή των ιδεολογικών ζυμώσεων, που ελάχιστα χρόνια αργότερα οδήγησαν στην εμφάνιση του σιωνισμού.
@
"ΒΓΑΛΤΟ από το μυαλό σου ότι οι Εβραίοι είναι υπεύθυνοι για τον... αντισημιτισμό. Αυτό είναι αντιστροφή αιτίας - αποτελέσματος!"
Δεν είπα ότι οι εβραίοι είναι υπεύθυνοι για τον αντισημιτισμό, αλλά ότι οι σιωνιστές (και όχι οι εβραίοι γενικώς) είναι οι εφευρέτες του αντισημιτισμού ως: α) παρελκυστικής κατηγορίας κατά των αντισιωνιστών, β) κάλυψης του δικού τους αιμοσταγούς αντισημιτικού ρατσισμού (από την εποχή της Βίβλου μέχρι σήμερα).
@
"Και αληθεύει ότι το σιωνιστικό κίνημα ήταν εκείνο που για πρώτη φορά θεώρησε τους Εβραίους φυλή, αντί απλώς για θρησκεία"
Όχι βέβαια. Οι εβραίοι θεωρούνται φυλή ήδη από τη Βίβλο και αυτή η ιδέα επαναφέρθηκε τον 19ο αιώνα από τον σιωνισμό (συναντώντας φυσικά πολλές αντιδράσεις από τους μή σιωνιστές εβραίους). ΜΟΝΟ στο ενδιάμεσο διάστημα της εβραϊκής διασποράς (2ος-19ος αιώνας) καλλιεργήθηκε η ιδέα ότι ο ιουδαϊσμός είναι πνευματική κατάσταση και όχι φυλετική.
@
"Δηλαδή, επικράτησε ΔΙΕΘΝΩΣ να λέγεται "αντισημιτισμός" ο ρατσισμός κατά των Εβραίων. ΤΙ να κάνουμε τώρα? Να αλλάξουμε τη λέξη? "
Φυσικά! Ειδικά αν θέλεις να ακριβολογείς, όπως γράφεις μόλις πιο πριν. Δεν μπορείς να ακριβολογείς χρησιμοποιώντας τις προπαγανδιστικές λεκτικές διαστρεβλώσεις και παγίδες. Όπως σου είπα και αλλού "όποιος κατέχει τις λέξεις, κατέχει και τα κεφάλια που τις χρησιμοποιούν" (είμαι αδικαιολόγητος που δεν θυμάμαι ποιός ήταν που το είπε αυτό - θα το ψάξω).
@
"Οπως και νάχει, ο αντι-εβραϊκός ρατσισμός ΥΠΑΡΧΕΙ"
Δεν διαφωνώ (αν και στην εποχή μας νομίζω ότι το φαινόμενο έχει ατονήσει αισθητά). Αλλά δεν έχει καμμία σχέση με αυτό που οι ιουδαιοναζί αποκαλούν πονηρά αντισημιτισμό: άλλο ο αντιεβραϊσμός (που είναι φασισμός) και άλλο ο αντισιωνισμός (που είναι αντιφασισμός).
@
"Ρε γαμώτο... ίδιες καταβολές έχουμε"
Οκ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να καταλήγουμε σε ίδια συμπεράσματα. :)
Στα περί Τσόμσκυ έχω να πω ότι επειδή είναι γλωσσολόγος θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικός στη χρήση ετοιματζίδικων λέξεων (όπως "αντισημιτισμός"). Κωμικό, ξεκωμικό, νομίζω ότι κι ο ίδιος θα ήθελε να τον διαβάζουν κριτικά και όχι ως ευαγγέλιο.
Ταλμουδιστής, σωβινιστής, ρατσιστής και γενικώς σιωνίσταρος του κερατά ο κ. Moritz Steinschneider:
Διαγραφήhttp://en.wikipedia.org/wiki/Moritz_Steinschneider